Το κύριο χαρακτηριστικό των ανθρώπων με σχιζοειδή διαταραχή προσωπικότητας είναι η προτίμησή τους, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, για κοινωνική απομόνωση. Τα άτομα αυτά δυσκολεύονται να βιώσουν ανθρώπινη ζεστασιά και να εκφράσουν βαθιά συναισθήματα, δεν αποζητούν σεξουαλικές εμπειρίες και δεν ευχαριστιούνται τη συναναστροφή τρίτων, ακόμα κι αν αυτοί αποτελούν μέλη της οικογένειάς τους. Είναι έντονα εσωστρεφείς, εκκεντρικοί, άκαμπτοι συναισθηματικά και δεν επιθυμούν να δημιουργήσουν στενές διαπροσωπικές σχέσεις γι΄αυτό και σπάνια έχουν φίλους ή προχωρούν σε γάμο. Επιπλέον, τα άτομα με σχιζοειδή προσωπικότητα επιδίδονται και απολαμβάνουν ελάχιστες δραστηριότητες φροντίζοντας πάντα αυτές να έχουν ένα μοναχικό χαρακτήρα ενώ παρουσιάζουν και μία παντελή αδιαφορία για τους κοινωνικούς επαίνους ή τις κοινωνικές συμβάσεις.

Τα άτομα με σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητα, όπως κι αυτά με σχιζοειδή διαταραχή προσωπικότητας, είναι κοινωνικά και συναισθηματικά απομονωμένα. Ωστόσο, τα άτομα με σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας παρουσιάζουν έναν εκκεντρικό και παράδοξο τρόπο σκέψης, αντίληψης κι επικοινωνίας με παρανοϊκό ιδεασμό. Η εκκεντρικότητα αυτή στη σκέψη παρόλο που πολλές φορές εμφανίζεται σε άτομα που μπορεί να εκδηλώσουν στη συνέχεια σχιζοφρένεια δεν είναι καθοριστική και έτσι άτομα με σχιζότυπη προσωπικότητα μπορεί να μην εμφανίσουν ποτέ σχιζοφρένεια. Πιο συγκεκριμένα, τα άτομα με σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας, πέρα από την κοινωνική και τη συναισθηματική απόσυρση, μπορεί να εκδηλώσουν: ιδέες αναφοράς χωρίς παραλήρημα (η πίστη δηλαδή ότι όλα γυρίζουν γύρω από τον εαυτό τους), παράδοξες πεποιθήσεις αναφορικά με υπερδυνάμεις και μαγικές ικανότητες (πίστη ότι μπορούν να διαβάζουν τη σκέψη των άλλων, να προβλέπουν και να επηρεάζουν το μέλλον, τηλεπάθεια και γενικά δεισιδαιμονίες) που δεν ανταποκρίνονται όμως στο κοινωνικοπολιτισμικό περιβάλλον, καχύποπτο και παράδοξο τρόπο σκέψης με παρανοϊκά στοιχεία, απρόσφορο ή συρρικνωμένο συναίσθημα, εκκεντρικότητα στην αντίληψη, την ομιλία, την εμφάνιση και τη συμπεριφορά καθώς και ασυνήθιστες αντιληπτικές εμπειρίες συμπεριλαμβανόμενων και σωματικών παραισθήσεων. Επιπλέον, η έλλειψη στενών διαπροσωπικών σχέσεων και ατόμων εμπιστοσύνης πέρα των συγγενικών τους προσώπων και το υπερβολικό κοινωνικό άγχος το οποίο δεν ελαττώνεται με την οικειότητα αλλά προέρχεται από παρανοϊκούς φόβους, συνθέτουν τα χαρακτηριστικά που μπορεί να εκδηλώσουν τα άτομα με σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας.

Tα άτομα με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζονται από αδυναμία να συμμορφωθούν σε κοινωνικά πρότυπα και κανόνες, διακατέχονται από ένα έντονο αίσθημα παραφροσύνης και παραβίασης των δικαιωμάτων των άλλων και επιδίδονται σε συνεχείς αντικοινωνικές κι εγκληματικές πράξεις που αποτελούν αιτία σύλληψης. Συνήθως τα άτομα αυτά καθώς παρουσιάζουν πλήρη έλλειψη ενσυναίσθησης, δηλαδή αδυνατούν να ταυτιστούν συναισθηματικά με την ψυχική διάθεση των άλλων, μπορούν να γίνουν εύκολα χειριστικά, να εκμεταλλευτούν και να εξαπατήσουν με σκοπό το προσωπικό τους όφελος χωρίς να έχουν τύψεις, ενοχές ή ίχνος μεταμέλειας για το κακό που προκαλούν. Επιπλέον, τα άτομα με αντικοινωνική διαταραχή τείνουν να είναι παρορμητικά, ευερέθιστα, έτοιμα να εμπλακούν σε βίαιες αντιπαραθέσεις και διαξιφισμούς, λένε επανειλημμένως ψέματα και αδιαφορούν για την ασφάλεια των ίδιων ή των άλλων. Η ματαίωση ή η τιμωρία δεν λειτουργεί επιμορφωτικά ενώ αδυνατούν να διατηρήσουν μία σταθερή εργασιακή συμπεριφορά και να είναι συνεπείς σε οικονομικές υποχρεώσεις.

Τα άτομα με ιστριονική διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζονται από υπερβολή, θεατρικότητα κι εκδραμάτιση στη συμπεριφορά τους η οποία όμως συνοδεύεται από ρηχότητα στην έκφραση των συναισθημάτων τους. Επιθυμούν κι επιδιώκουν να γίνονται το επίκεντρο της προσοχής είτε μέσω του εντυπωσιοθηρικού λόγου τους, είτε μέσω της προσεγμένης τους εξωτερικής εμφάνισης, είτε και μέσω της σαγηνευτικής σεξουαλικής τους συμπεριφοράς. Πολλές φορές, μπορεί να φαίνονται υποχόνδρια αλλά συχνά υπερβάλλουν ως προς τη συμπτωματολογία τους αφού απώτερος σκοπός τους είναι να τραβήξουν την προσοχή, να εξασφαλίσουν την προστασία των άλλων και να εξαρτηθούν. Είναι ιδιαίτερα κοινωνικά, επηρεάζονται από τη γνώμη των άλλων αλλά τείνουν να έχουν επιφανειακές σχέσεις τις οποίες εκείνα τις θεωρούν πιο στενές απ’ ότι πραγματικά είναι.

Τα άτομα με ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζονται από μία αίσθηση ανωτερότητας και από ιδέες μεγαλείου, έχουν δηλαδή μία υπερβολική εντύπωση για τον εαυτό τους και την προσωπική τους αξία. Επιδιώκουν να συναναστρέφονται με ανθρώπους που τους θαυμάζουν και με ανθρώπους κύρους αφού αυτοί ανταποκρίνονται στα δικά τους «μοναδικά» χαρακτηριστικά. Επιπλέον, ασχολούνται υπερβολικά με φαντασιώσεις απεριόριστης επιτυχίας, δύναμης, εξυπνάδας, ομορφιάς ή ιδανικής αγάπης, αποζητούν ειδική μεταχείριση ακόμα και αν τα επιτεύγματά τους δεν είναι επαρκή και μπορεί να γίνουν ιδιαίτερα χειριστικά προκειμένου να πετύχουν το σκοπό τους. Αν τελικά δεν κατορθώσουν να ικανοποιήσουν τη μεγάλη ιδέα που έχουν για τον εαυτό τους ή οι άλλοι δεν ανταποκριθούν στις υπερβολικές προσδοκίες τους μπορεί να γίνουν επιθετικά, να θεωρήσουν ότι τους φθονούν ή να βυθιστούν σε κατάθλιψη. Στην πραγματικότητα, πίσω από τις ιδέες μεγαλείου, κρύβεται μία βαθιά αίσθηση μειονεξίας, ανασφάλειας και δυσκολίας να νιώσουν αυθεντικά  συναισθήματα αγάπης, συμπόνιας και τρυφερότητας. Οι σχέσεις που δημιουργούν είναι επιφανειακές κι έχουν την τάση να μιμούνται τα συναισθήματα αντί να τα βιώνουν. Συχνά, αν και μπορεί να θεωρηθούν αλαζόνες κι εγωκεντρικοί, μπορούν επιμελώς να καλύπτουν αυτά τα χαρακτηριστικά και να παρουσιάζονται σαγηνευτικοί και γοητευτικοί ενώ πολλές φορές είναι και ιδιαίτερα επιτυχημένοι με ό,τι καταπιάνονται.

Τα άτομα με οριακή διαταραχή βρίσκονται στα όρια/στο μεταίχμιο μεταξύ νεύρωσης και ψύχωσης και χαρακτηρίζονται από υπερβολική αστάθεια στο συναίσθημα, στη διάθεση, στη συμπεριφορά, στις σχέσεις με τους άλλους και στην εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους. Τα συναισθήματά τους αλλάζουν πολύ γρήγορα και με δραματικό τρόπο, εμφανίζουν έντονη παρορμητικότητα και τείνουν να δημιουργούν έντονες κι ασταθείς διαπροσωπικές σχέσεις οι οποίες κινούνται ανάμεσα σε ακραία εξιδανίκευση και σε ακραία υποτίμηση. Βιώνουν έντονο άγχος και φόβο εγκατάλειψης γι΄αυτό κάνουν απέλπιδες προσπάθειες για να αποφύγουν έναν αποχωρισμό, ταλαιπωρούνται από χρόνιο αίσθημα κενού, εκδηλώνουν έντονο θυμό τον οποίο αδυνατούν πολλές φορές να ελέγξουν και συχνά καταφεύγουν σε αυτοτραυματισμούς και επαναλαμβανόμενες απόπειρες αυτοκτονίας για να προκαλέσουν. Επίσης σε έντονα στρεσογόνες καταστάσεις μπορεί να παρουσιάσουν ακόμη επεισόδια ψυχωτικών σκέψεων, παράνοια και ψευδαισθήσεις.

Η οριακή διαταραχή προσωπικότητας εμφανίζεται νωρίς στην ενήλικη ζωή και θεωρείται η πιο συχνή από τις διαταραχές  προσωπικότητας κατά την οποία οι πάσχοντες καταφεύγουν  με αόριστα ενοχλήματα σε ψυχίατρο ή ψυχοθεραπευτή εξαιτίας της βαθιάς ανάγκης τους να φροντιστούν.

Τα άτομα με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζονται από υπευθυνότητα, αξιοπιστία, μεθοδικότητα, τελειοθηρία κι εμμονή με τη λεπτομέρεια σε τόσο έντονο και υπερβολικό βαθμό που τελικά αδυνατούν να ολοκληρώσουν - ή ολοκληρώνουν με δυσκολία - τις επαγγελματικές τους ή άλλες υποχρεώσεις στερώντας έτσι από τον εαυτό τους ανέμελες προσωπικές στιγμές με την οικογένεια, τους φίλους ή τον ερωτικό τους σύντροφο. Είναι υπερβολικά ευσυνείδητοι, άκαμπτοι σε θέματα ηθικών αξιών και δυσκολεύονται να πάρουν αποφάσεις ή να προβούν σε αλλαγές καθώς θέλουν να εξετάζουν τα ζητήματα απ’ όλες τις πλευρές. Οι υψηλές απαιτήσεις που θέτουν στον εαυτό τους, η ανάγκη ελέγχου, η έλλειψη προσαρμοστικότητας κι ευελιξίας σε συνδυασμό με την ανάγκη για εξονυχιστική εξέταση των λεπτομερειών μπορεί να τους καθυστερήσει από την υλοποίηση της εργασίας τους ή και να τους αποπροσανατολίσει από τον αρχικό τους στόχο. Δυσκολεύονται να συνεργαστούν με άλλα άτομα αν αυτά δεν προσαρμοστούν στις απαιτήσεις τους, είναι ιδιαίτερα φειδωλά με τα χρήματα καθώς πιστεύουν ότι αυτά πρέπει να αποταμιεύονται για μελλοντικές δυσκολίες κι έχουν μία δυσκολία να αποχωριστούν φθαρμένα ή άχρηστα αντικείμενα ακόμα κι αν αυτά δεν έχουν συναισθηματική αξία γι’ αυτούς.

Τα άτομα με αποφευκτική διαταραχή προσωπικότητας ενώ έχουν πολύ μεγάλη ανάγκη για στοργή και τρυφερότητα αποφεύγουν να δημιουργήσουν νέες σχέσεις κυρίως λόγω των αισθημάτων ανεπάρκειας και του φόβου τους ότι θα απογοητευθούν. Η μοναξιά, απόρροια της δυσκολίας τους να συναναστραφούν με άλλους ανθρώπους, τους δημιουργεί μεγάλη θλίψη και δυσφορία. Είναι πολύ ευαίσθητα στην αρνητική κριτική, την αποδοκιμασία ή την απόρριψη γι’ αυτό αποφεύγουν να ξεκινήσουν επαγγελματικές δραστηριότητες που περιλαμβάνουν σημαντική διαπροσωπική επαφή και είναι απρόθυμα να αναλάβουν προσωπικά ρίσκα ή να εμπλακούν σε νέες δραστηριότητες, διότι αυτές μπορεί να τα φέρουν σε δύσκολη θέση. Επιπλέον, είναι απρόθυμα να εμπλακούν με ανθρώπους αν δεν είναι σίγουρα ότι θα είναι αρεστά, εμφανίζουν περιορισμούς μέσα στις στενές σχέσεις εξαιτίας του φόβου ότι θα ντροπιαστούν κι έχουν υπερβολική ενασχόληση μήπως τα κριτικάρουν ή τα απορρίψουν σε κοινωνικές καταστάσεις. Χαρακτηριστικό για τα άτομα με αποφευκτική διαταραχή προσωπικότητας είναι ότι στερούνται αυτοπεποίθησης, είναι ντροπαλά και θεωρούν τον εαυτό τους κοινωνικά αδέξιο, προσωπικά μη ελκυστικό ή κατώτερο από τους άλλους.

Τα άτομα με εξαρτητική διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζονται από χαμηλή αυτοεκτίμηση, δυσκολία να πάρουν αποφάσεις και από μία έντονη προσπάθεια να εξασφαλίσουν την αποδοχή και τη φροντίδα σε σημείο που μπορεί να κάνουν πράγματα τα οποία είναι δυσάρεστα για τα ίδια. Πιο συγκεκριμένα, επιτρέπουν σε άλλους να πάρουν αποφάσεις τόσο για θέματα που άπτονται της καθημερινότητας όσο και για καίρια θέματα που αφορούν βασικούς τομείς της ζωής τους, αποφεύγουν να αναλάβουν ευθύνες εναποθέτοντάς τες σε τρίτους, δυσκολεύονται να εκφράσουν διαφωνία και συχνά γίνονται υποτακτικά παραμερίζοντας τις δικές τους ανάγκες και επιθυμίες από φόβο μήπως δεχτούν αρνητική κριτική ή εγκαταλειφθούν. Αν μείνουν μόνα τους, καθώς δεν έχουν πίστη στον εαυτό τους και στις ικανότητές τους, αισθάνονται πολύ άβολα κι ανήμπορα, δυσκολεύονται να ξεκινήσουν καινούρια πράγματα και συχνά καταφεύγουν σε νέους ερωτικούς συντρόφους, μετά τη λήξη μιας σχέσης, προκειμένου να βιώσουν και πάλι την υποστήριξη και τη φροντίδα.