«Ως τοξική θετικότητα ορίζεται η πεποίθηση πως όσο δύσκολη και στενάχωρη είναι μια κατάσταση, ΠΡΕΠΕΙ να έχεις μια θετική και αισιόδοξη στάση και νοοτροπία απέναντι σε αυτήν την κατάσταση». Πρόκειται για «μία υπερβολική, αναποτελεσματική και υπεργενικευμένη υιοθέτηση μίας χαρούμενης στάσης απέναντι σε κάθε κατάσταση με ταυτόχρονη όμως άρνηση, υποτίμηση και απαξίωση της πραγματικής συναισθηματικής εμπειρίας».
Ακούω συχνά τις εκφράσεις «έλα μην ανησυχείς, όλα καλά θα πάνε, σκέψου θετικά, μην είσαι αρνητικός» και δεν έχουν τίποτα κακό οι φράσεις, αυτές καθ’αυτές. Το όλο ζήτημα προκύπτει όταν αυτές οι προτροπές έρχονται να υποδαυλίσουν και να αντικαταστήσουν άκριτα και χωρίς ίχνος ενσυναίσθησης και κατανόησης το πραγματικό κι αυθεντικό συναίσθημα, το οποίο κάνει μια προσπάθεια να εκφραστεί.
Πολλές φορές, όταν βιώνουμε κάποια δύσκολη κατάσταση μπορεί να νιώθουμε απογοητευμένοι, θλιμμένοι, ίσως και απαισιόδοξοι και είναι οκ αυτό. Και δεν είναι μόνο οκ να μην νιώθουμε οκ, είναι κι απαραίτητο. Διότι ως ανθρώπινα όντα, δεν μπορούμε να επιλέξουμε μόνο τα συναισθήματα που επιθυμούμε ή που μας είναι ευχάριστα. Απεναντίας συναισθήματα όπως είναι η λύπη, ο φόβος, ο θυμός είναι ικανά να μας προστατέψουν και με την παρουσία τους, να συμβάλλουν και να υποστηρίξουν την επιβίωσή μας σε αυτό τον πλανήτη. (Για παράδειγμα, είναι φυσιολογικό ένας άνθρωπος να είναι θλιμμένος όταν βρίσκεται σε φάση πανδημίας ή να βιώνει άγχος όταν δέχεται κάποια επίθεση και ακριβώς αυτά τα συναισθήματα μπορεί να τον κινητοποιήσουν προς μια πιο δημιουργική κατάσταση ή αντιμετώπιση μιας απειλής). Τα αρνητικά συναισθήματα είναι τόσο σημαντικά όσο και τα θετικά και καλό είναι να μην τα παραβλέπουμε.
να νιώθουμε ενοχές επειδή αισθανόμαστε θλίψη, θυμό ή απογοήτευση
να μην αντιμετωπίζουμε «δύσκολα» συναισθήματα αλλά να τα αποφεύγουμε ή να τα καλύπτουμε με άλλα θετικά που είναι και κοινωνικά αποδεκτά
να υποβαθμίζουμε τα αρνητικά συναισθήματα που εκφράζουν άλλοι άνθρωποι επειδή μας φέρνουν σε αμηχανία
αν οι άλλοι άνθρωποι δεν σκέφτονται αισιόδοξα
Όλα τα παραπάνω όμως προϋποθέτουν να έχουμε μια ΚΑΛΗ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ. Να μπορούμε να ξεχωρίζουμε, είτε είμαστε στη θέση του γονέα είτε στη θέση του παιδιού ή ακόμα και στις δύο θέσεις, ποια είναι τα όρια μας αλλά και ποια τα όρια των άλλων. Μέχρι πού μπορούμε να επεμβαίνουμε στη ζωή των άλλων ή μέχρι πού θα αφήσουμε τους άλλους να επεμβαίνουν στη δίκη μας ζωή. Η ΘΕΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΜΑΣ ΟΡΙΩΝ είναι μια δύσκολη διαδικασία αλλά πολύ σημαντική γιατί συμβάλλει στη σύναψη υγιών λειτουργικών σχέσεων (και πέρα από το πλαίσιο της οικογένειας) αλλά και στην αποφυγή ή διαχείριση των δυσλειτουργικών. Η ικανότητα να βάζουμε όρια είναι μια διαδικασία που μαθαίνεται. Είτε μέσα στην οικογένεια, εφόσον οι γονείς μας είναι σε θέση να βάζουν όρια είτε μετέπειτα στην ενήλικη ζωή ως αποτέλεσμα προσωπικών βιωμάτων, αυτογνωσίας και ψυχοθεραπείας.
Έτσι, αν νιώθουμε ότι βρισκόμαστε σε μια οικογένεια ή σε σχέσεις με δυσκολία στην επικοινωνία, χειριστικές συμπεριφορές, άκαμπτα όρια (δηλαδή υπερβολική ανεξαρτησία μεταξύ των μελών κι έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας) ή συγκεχυμένα όρια (δηλαδή υπερβολική εμπλοκή του ενός μέλους με τα αλλά) και δεν μπορούμε να το διαχειριστούμε μόνοι μας, είναι καλό να απευθυνθούμε σ’ έναν επαγγελματία Ψυχικής Υγείας.
Κάποια από τα σημάδια τα οποία μπορεί να μας κινητοποιήσουν για το ότι βιώνουμε «θετική τοξικότητα» είναι: